Της
Ελίνας Γαλανοπούλου
Τέλος
Σεπτέμβρη κλειδώσαμε τη πόρτα της επιχείρησής μας ενώ στο κεφάλι μας
εξακολουθούσε να βουίζει το άγχος μετά από ένα καλοκαίρι αγωνίας και άνισου
αγώνα με τα στοιχειά που βαλθήκαμε να παλέψουμε όλη τη τουριστική σαιζόν.
Είχαμε ξεκινήσει έναν πολύ καλό Ιούνιο, μετά από ένα πολύ καλό καλοκαίρι του
2014, και πηγαίναμε δυνατά και αισιόδοξα ως την 28η του μήνα που έσκασε η
είδηση του δημοψηφίσματος.
Ακολούθησαν
αμέσως τα capital controls και τότε ξεκίνησε το θέατρο του παραλόγου. POS για
πλαστικό χρήμα δεν είχαμε οι περισσότεροι γιατί ως εποχιακές επιχειρήσεις οι
τράπεζες δεν μας έδιναν, δεν είχαν
τέτοιο πρόγραμμα. Οι ακυρώσεις έπεφταν βροχή, τρέμαμε να απαντήσουμε στα
τηλέφωνα, αφού ούτε χρήμα ούτε κάρτες μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν οι Έλληνες
πελάτες μας.
Οι
μύγες μετά από ένα βροχερό χειμώνα είχαν πολλαπλασιαστεί και καρδαμώσει και
κάναμε σπορ το κυνήγι τους, αφού πελάτες δεν υπήρχαν για να μας απασχολούν. Μας
κράτησαν όρθιους οι ξένοι και οι Έλληνες του εξωτερικού που ευτυχώς άκουσαν τις
οδηγίες των κυβερνήσεών τους και ήρθαν με χρήματα στο χέρι. Παλέψαμε να
δουλέψουμε τον Αύγουστο με τους συμπατριώτες μας, είτε κατεβάζοντας τιμές τη
στιγμή που ο ΦΠΑ ανέβηκε στο 23%, είτε κάνοντας τον χαζό σε αντιδράσεις
υστερίας και σε κακοπροαίρετες συμπεριφορές που για πρώτη φορά αντιμετωπίσαμε.
Οι
Έλληνες τουρίστες ήταν σε αθλία κατάσταση από άποψη νεύρων και διάθεσης.
Δουλέψαμε ουσιαστικά για να πληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας, αλλά τα φέσια
έπεσαν βροχή στην αγορά. Όμως ήρθαν οι εκλογές του Σεπτέμβρη και χάσαμε και
αυτό το μήνα. Οι τράπεζες τελικά το φθινόπωρο άρχισαν να δίνουν POS ευτυχώς
αφού τα capital controls ζουν και βασιλεύουν, σηκώσαμε τα κεφάλια και είπαμε το
καλοκαίρι χάθηκε αλλά άντε να πάμε για το επόμενο και να το παλέψουμε όσο ποτέ
πριν.
Και
ήρθαμε στο τώρα, στο παρά πέντε για τη νέα σαιζόν, αλλά τί; τί πρέπει; τι θα
κάνουμε;
Καλοκαίρι
και θα σκάει ο τζίτζικας ο τουρίστας
χρειάζεται κλιματισμό, περιμένει
να βρίσκει Internet παντού, καλωδιακή τηλεόραση, πίνει πολύ νερό για να μη σκάσει, λαχταρά
καλό ελληνικό φαγητό, θέλει να νοικιάσει αυτοκίνητο, απαιτεί προσφορά υπηρεσιών
και ψάχνει "καλές τιμές". Πάρα πολύ λογικά όλα γιατί οι διακοπές
είναι σημαντικός και ιερός παράγοντας στη ζωή του κάθε τουρίστα.
Εγώ
όμως ο μικρός ή μεγάλος επιχειρηματίας του τουρισμού έχω να αντιμετωπίσω:
δάνεια σε τράπεζες, ΦΠΑ στο 23%,
προμήθειες καλών υλικών και αυξημένες τιμές στις μεταφορές τους, αυξημένες
τιμές σε ενέργεια και καύσιμα, αυξημένη φορολογία σε επικοινωνία, internet και
καλωδιακή τηλεόραση, αυξημένη φορολογία ακόμα και στο εμφιαλωμένο νερό, σε ποτά
και σε τρόφιμα. Παράλληλα για να προσφέρω υπηρεσίες χρειάζομαι προσωπικό. Αλλά
πως θα πληρώσω μισθούς και αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές; Οδηγούμαι έτσι στο
να προσλάβω λιγότερο προσωπικό που εκ των πραγμάτων θα πρέπει να έχει ειδικές
ικανότητες για να προλαβαίνει να αποδίδει και να είναι ευχάριστο απέναντι στον πελάτη.
Οι
τελικές μου τιμές όμως ποιές θα είναι; Γιατί αφ ενός πρέπει να δίνω ένα
ελκυστικό προϊόν τόσο σε ποιότητα όσο και σε τιμή προκειμένου να δουλέψω
ανταγωνιστικά και αφ ετέρου η τιμή αυτή πρέπει να περιλαμβάνει: ΟΛΟΥΣ τους
παλιούς και νέους φόρους, τις νέες ασφαλιστικές εισφορές, τον ΦΠΑ, τον ΕΝΦΙΑ,
το κόστος των συνεργατών μου, το κόστος των προμηθειών μου και στο τέλος το
εισόδημα που θα μου επιτρέψει να επιβιώσω τον χειμώνα.
Βαριά
βιομηχανία μας ο Τουρισμός και πρέπει να συνοδοιπορεί με τον Πολιτισμό που
άλλωστε έχουμε πολλά να δείξουμε και να στήσουμε, αλλά και αυτός ακριβαίνει ενώ
όσοι δουλεύουν ως καλλιτέχνες πρέπει να πάρουν λιγότερα και φορολογηθούν
περισσότερο.
Δεν
θέλω να "κλέψω" τον τουρίστα, ούτε τον υπάλληλό μου, ούτε τον λογιστή
μου, ούτε τον συνεργάτη μου, ούτε τη χώρα μου, ούτε και τον εαυτό μου τελικά.
Εγώ
ο επαγγελματίας του Τουρισμού τι καλούμαι να χρεώσω αυτό το καλοκαίρι
προκειμένου να δουλέψω ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ;
πηγή: liberal.gr