Γράφει ο Μηνάς Παυλάκης,
οικονομολόγος
Πολύ ορθά το έθεσε ο κος Hugo Dixon, ιδρυτής του breaking
views, του
πρακτορείου Reuters την 11 Ιουνίου 2012: Οι
Έλληνες βρίσκονται μπροστά σε «Ομηρικό δίλημμα». Έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη.
Οι απώλειες και από τις δύο λύσεις είναι αναπόφευκτες αλλά οφείλουν να
διαλέξουν το λιγότερο κακό. Εάν επιλέξουν την Χάρυβδη το καράβι θα βουλιάξει
αύτανδρο. Η Σκύλλα αντίθετα άρπαξε 6
μεν άνδρες από το πλήρωμα του καραβιού του Οδυσσέα ,αφού τόσα ήταν και τα πλοκάμια της, αλλά τελικά
διασώθηκε το καράβι και το απομείνων πλήρωμα. Εύλογος ο παραλληλισμός για την
σημερινή δεινή οικονομική κατάσταση που βιώνει η Ελλάδα και φαίνεται ότι οι
Έλληνες να έχουν αντιληφθεί τις ολέθριες συνέπειες εάν επιλέξουν την Χάρυβδη. Η
χώρα εκτός ευρωζώνης οδηγείται σε κοινωνικό και οικονομικό όλεθρο, κανείς σε
διεθνές επίπεδο δεν πρόκειται να ξανασχοληθεί με την ίδια , ενώ πλέον θα
θεωρείται μία άσημη βαλκανική χώρα με βιοτικό επίπεδο περασμένων δεκαετιών με
ένα νόμισμα κατά τουλάχιστον 70% υποτιμημένο.
Ωστόσο κανείς
δεν πιστεύει - παρόλα τα επονομαζόμενα «κουρέματα» - ότι το Ελληνικό χρέος
είναι διαχειρήσιμο. Χώρα ευρισκομένη σε βαθειά ύφεση, δεν έχει προοπτική να
μειώσει το χρέος της όσα δάνεια και αν της δοθούν. Οι επιχειρήσεις ασφυκτιούν από την μείωση της κατανάλωσης, το 69%
των εισηγμένων εταιρειών στο χρηματιστήριο είναι ζημιογόνο, αλλά ακόμη
χειρότερα δοκιμάζονται οι πολίτες πολιορκούμενοι από υπέρμετρους και άδικους
φόρους, μειώσεις μισθών, με την ανεργία να ξεπερνά το 50% στους νέους. Υπό τους
παρούσες συνθήκες η τύχη της Ελλάδος στην Ευρωζώνη θεωρείται αδύνατη και οπωσδήποτε
εάν δεν υπήρχαν τα προβλήματα της Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και πρωτίστως της
Ισπανίας η χώρα θα ήταν εκτός ευρώ.
Ωστόσο εκτός από τους Έλληνες φαίνεται ότι και ο σκληρός
πυρήνας της ευρωζώνης να έχει αντιληφθεί τις συνέπειες που θα έχει μία έξοδος της
Ελλάδος από το ευρώ. Δειλά δείχνουν να εμπιστεύονται –τουλάχιστον προφορικά -τις
προσπάθειες της χώρας να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της έστω και αν αναστενάζουν
οικονομικά πολίτες και επιχειρήσεις. Το ταξίδι του κου Σαμαρά τέλη Αυγούστου σε
Βερολίνο και Παρίσι, έδειξε την σταθερή πορεία της τρικομματικής κυβέρνησης να
πράξει τα δέοντα για να ορθοποδήσει η χώρα. Και φαίνεται ότι εν μέρει να
εισακούσθηκε, όχι βέβαια χωρίς αντάλλαγμα. Οι υποσχέσεις που έχουν ζητηθεί από την
ελληνική κυβέρνηση πρέπει να εφαρμοσθούν απαρέγκλιτα, έτσι ώστε στο βάθος
χρόνου να ωριμάσει η ιδέα διευκόλυνσης αποπληρωμής των χρεών με επιμήκυνση ή με
νέο κούρεμα. Άλλωστε το πρόβλημα της ευρωζώνης έχει πάρει διεθνείς προεκτάσεις
και μάλιστα στο ταξίδι της κας Μέρκελ στο Πεκίνο την 30 Αυγούστου 2012 της
εζητήθη από τον πρόεδρο κο Ζιμπάο να λύσει τα προβλήματα που απασχολούν το ευρώ
(με έμμεση αναφορά για την Ελλάδα) και τότε η Κίνα θα σπεύσει να αγοράσει ευρωπαϊκά
ομόλογα.
Ενώ αναμένουμε τις κοινωνικές προεκτάσεις που θα έχει το
νέο πακέτο μέτρων που θα εφαρμοσθεί, γράφαμε στο προηγούμενο φύλλο εάν τελικά
ύστερα από 10 χρόνια της ένταξης της χώρας στο ευρώ αποτέλεσε επιτυχία.
Ρητορικό το ερώτημα αλλά θα ήταν ενδιαφέρον να αναφέρουμε κάποια πράγματα. Ενώ
η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θέλει την παραμονή στο ευρώ, εντούτοις
υπάρχουν έντονες αμφισβητήσεις κατά πόσο άξιζε η προσπάθεια για να εισέλθει η
χώρα στο ευρώ έστω και με διαστρεβλωμένα στοιχεία. Καθότι η Ελλάδα ανέκαθεν
παρουσίαζε ελλείμματα και χρέη, το νόμισμά της δηλαδή η δραχμή, θα παρέμενε αδύναμη
και έτσι θα μπορούσε να ήταν ανταγωνιστική με την βιομηχανία της να
επωφελούνταν σημαντικά έναντι των εταίρων της, πολύ δε περισσότερο όταν η
ισοτιμία του ευρώ έσπαγε ρεκόρ ανόδου. Φθάσαμε στο επίπεδο τα εισαγόμενα
προϊόντα να είναι φθηνότερα από τα αντίστοιχα ελληνικά, αφού το κόστος εργασίας
πλησίαζε τα βορειοδυτικά πρότυπα χωρίς ωστόσο να υπάρχει ταυτόχρονη αύξηση της εγχώριας
παραγωγής πολύ δε περισσότερο όταν η χώρα είναι άκρως εισαγωγική. Αυτό δεν θα
γινόταν με την δραχμή διότι απλούστατα θα ήταν δυσκολότερη η χρηματοδότηση από
τις ξένες αγορές αφού τα επιτόκια θα παρέμεναν σε υψηλά επίπεδα, αναγκάζοντας
τις αρχές να ακολουθήσουν περιοριστικές πολιτικές σε ένα αδύναμο νόμισμα. Τυχόν
πληθωριστικές πιέσεις λόγω του αδύναμου νομίσματος θα υποβοηθούσε την μείωση
του χρέους. Οι τράπεζες σε καμία περίπτωση δεν θα δάνειζαν –όπως έγινε
ανεξέλεγκτα στην περίπτωση με το ευρώ-με τόσο χαμηλά επιτόκια βασιζόμενες στην
κάνουλα της ΕΚΤ, αποτρέποντας τις επιχειρήσεις αλλά και τους ιδιώτες να
δανείζονται ασυστόλως με εξασφαλίσεις που τελικά θεωρήθηκαν φούσκες όπως
ακίνητα, μετοχές, ομόλογα. Η ρευστότητα των τραπεζών θα είχε συγκρατηθεί σε
λογικά επίπεδα και η παροχή ρευστότητας προς την οικονομία θα βασίζονταν όχι
από την πίστωση της ΕΚΤ με ενέχυρο τα κρατικά ομόλογα, αλλά με βάση τις
καταθέσεις. Τώρα οι τράπεζες ασφυκτιούν αφενός από την κινδυνότητα της χώρας να
εξέλθει του ευρώ, αλλά και από την αδυναμία ιδιωτών και επιχειρήσεων να εξυπηρετήσουν
τα δάνεια που πήραν.
Την είσοδο της χώρας στην ευρωζώνη ακολούθησε τελικά μία
καταστροφική πορεία, φέρνοντας το ΔΝΤ στη πόρτα της τη στιγμή που επικρατούσαν
διεθνώς χαμηλοί ρυθμοί πληθωρισμού με σχεδόν μηδενικά επιτόκια, και που τελικά θα
αποτελέσει όνειδος εάν τελικά η Ελλάδα εξέλθει από το ευρώ.
από τη στήλη Χρηματοοικονομικό Περισκόπιο,
εφημερίδα «ΚΥΘΗΡΑΪΣΜΟΣ», φύλλο Σεπτέμβριος 2012